congruent - ορισμός. Τι είναι το congruent
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι congruent - ορισμός

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Congruent; Congruency; Congruous; Incongruence; ≆; Congruity; Congruence (disambiguation); Incongruity; Incongruous

Congruent         
·adj Possessing congruity; suitable; agreeing; corresponding.
congruent         
adj. (formal or technical) congruent to, with
congruent         
['k??gr??nt]
¦ adjective
1. in agreement or harmony.
2. Geometry (of figures) identical in form.
Derivatives
congruence noun
congruency noun
congruently adverb
Origin
ME: from L. congruent-, congruere 'agree, meet together', from con- 'together' + ruere 'fall or rush'.

Βικιπαίδεια

Congruence

Congruence may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για congruent
1. Now, the reaction is repugnant and congruent with the former.
2. This position was congruent with the Israeli view, which sought to create a differentiation between the West Bank and Gaza.
3. Israel opposed international intervention in 1'82, whereas, today, it considers United Nations Security Council Resolution 155' congruent with the war‘s strategic aim.
4. He honorably would prefer not to call for that, even though doing so would serve his political interests by making his position on Iraq congruent with the electorate‘s.
5. Thus, argued Turabi, human mind is sufficiently capable of reinterpreting divine revelation in a way that is congruent with the demands of modern life.